(του Νίκου Δ. – Θ. Νικολαΐδη)
Σε εξέλιξη βρίσκεται αυτές τις ημέρες η εκθαμβωτική
διοργάνωση του ετήσιου διεθνούς κινηματογραφικού φεστιβάλ στις Κάννες της Γαλλίας,
ένας θεσμός που φέτος «μετράει» 77 έτη ζωής. Ξεκίνησε ατυχώς το Σεπτέμβριο του
1939, για να διακοπεί άδοξα με την κήρυξη του Β’ παγκοσμίου πολέμου. Ενεργοποιήθηκε
ξανά το 1946 και από το 1951 διεξάγεται κάθε άνοιξη. Τα έτη 1948 και 1950 δεν
έγινε λόγω των μεγάλων οικονομικών δυσχερειών που αντιμετώπιζε τότε ολόκληρη η μεταπολεμική
Ευρώπη. Το 1968 το φεστιβάλ ξεκίνησε κανονικά στις 10 Μαΐου, αλλά στις 18 του
μήνα διακόπηκε εξ’ αιτίας των κοσμοϊστορικών γεγονότων που ξέσπασαν σε ολόκληρη
τη χώρα και που έμειναν γνωστά ως ο «Παρισινός Μάης». Φεστιβάλ δεν είχαμε και
το 2020, όταν η πανδημία του Covid-19 είχε νεκρώσει κάθε
δημόσια εκδήλωση.
Κάννες (φωτογραφία του Christophe Finot) |
Κτισμένες στους πρόποδες των επιβλητικών Άλπεων και με τις μαγευτικές παραλίες της διάσημης Κυανής Ακτής να γλύφουν τα άκρα τους, οι Κάννες δεν ήταν πάντα κοσμοπολίτικες. Μέχρι και τις αρχές του 19ου αιώνα –αφού προηγουμένως ήταν ενσωματωμένες στις εγκαταστάσεις μίας Μονή- στο τότε χωριουδάκι των Καννών ζούσαν ελάχιστοι αλιείς και αγρότες, με τις φτωχικές κατοικίες τους να βρίσκονται συσπειρωμένες γύρω από έναν μικρό λοφίσκο. Η εικόνα αυτή, ωστόσο, μεταβλήθηκε άρδην γύρω στο 1830, όταν η αριστοκρατία της εποχής «ανακάλυψε» την ύπαρξή τους και αποφάσισε ότι θα μπορούσαν να γίνουν το ιδανικό θέρετρο για τις θερινές διακοπές της. Σήμερα οι Κάννες είναι μία σημαντική πόλη της Νότιας Γαλλίας με 70.000 κόσμο, ενταγμένη στη διοικητική περιφέρεια της Νίκαιας.
Προοίμιο.
Το καλοκαίρι του 1938 το Φεστιβάλ Κινηματογράφου στοΜέστρε της Βενετίας, ήταν ο πιο γνωστός διεθνής κινηματογραφικός διαγωνισμός του Μεσοπολέμου και γινόταν για έκτη φορά. Όλοι οι προβολείς των απανταχού σινεφίλ έπεφταν πάνω στη διοργάνωση, μία περίοδο που στην Ευρώπη συσσωρεύονταν ήδη τα «μαύρα σύννεφα» της πολεμικής λαίλαπας που σύντομα θα ξεσπούσε ανελέητη! Κατά τη βράβευση, η κριτική επιτροπή –στην οποία τη Γαλλία εκπροσωπούσε ο διπλωμάτης Φιλίπ Ερλανζέ (1903-1987)- αποφάσισε ομόφωνα να προκρίνει μία ταινία Αμερικανικής παραγωγής.
Η προπαγανδίστρια των ναζί (sansimera.gr) |
Όμως η φορτική παρέμβαση και οι αφόρητες πιέσεις του
δικτάτορα της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας «Φύρερ» Αδόλφου Χίτλερ, ανάτρεψαν
τα δεδομένα. Στην πρώτη θέση τιμήθηκε ένα καθαρά προπαγανδιστικό ντοκιμαντέρ της
Λένι Ρίφενσταλ (1902-2003) που ήταν εξόφθαλμα υπέρ των ναζί. Μάλιστα στο πλαίσιο ενός ευρύτερου…
κατευνασμού (βλέπε και τη Συμφωνία του Μονάχου) και προκειμένου να μη μείνει με
το… παράπονο (!) ο έτερος παρτενέρ του «Άξονα» Ιταλός «Ντούτσε» Μπενίτο
Μουσολίνι, το ίδιο βραβείο (υπό τον πομπώδη τίτλο Κύπελλο Μουσολίνι) απονεμήθηκε σε μία ταινία του Λουτσιάνο Σέρα.
Η προκλητική αυτή απόφαση γέννησε μεγάλες αντιδράσεις
μεταξύ των μελών της επιτροπής που εκπροσωπούσαν τις δυτικές δημοκρατίες
(Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία, Η.Π.Α.) οι οποίοι και αποχώρησαν. Κατά το δρόμο της επιστροφής,
ο Ερλανζέ εμπνεύστηκε έναν θεσμό δίχως πολιτικές ή άλλου είδους δεσμεύσεις, που
πραγματικά θα τιμούσε την «Έβδομη Τέχνη». Οι βάσεις για το Φεστιβάλ των Καννών
είχαν πλέον τεθεί.
Η πορεία προς την υλοποίηση.
Παρά τις επιφυλάξεις αρκετών Γάλλων ιθυνόντων, η πρωτοβουλία του Ερλανζέ στηρίχτηκε ένθερμα από τους υπουργούς Παιδείας και Εσωτερικών, που υπερίσχυσαν έτσι της διαφωνίας του υπουργού Εξωτερικών. Τον Ιούνιο του 1939 ανακοινώθηκε επίσημα η πρόθεση της Γαλλικής κυβέρνησης να δημιουργήσει ένα νέο διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου για να αποτελέσει το «αντίπαλο δέος» της Βενετίας, που θα είχε την υποστήριξη πολλών ευρωπαϊκών κρατών, αλλά και των Ηνωμένων Πολιτειών. Η ημερομηνία της έναρξής του καθορίστηκε για την 1η Σεπτεμβρίου. Δέκα Γαλλικές πόλεις διεκδίκησαν την πρώτη διοργάνωση το Μάιο του 1939, με τις Κάννες να κάνουν την έκπληξη και να κερδίζουν το μόνιμο προνόμιο. Στις 31 Μαΐου υπογράφηκε η συμφωνία για την καθιέρωση του λαμπερού θεσμού και βέβαια όλα τα υπόλοιπα αποτελούν ιστορία!
Το 1939 η μόνη ταινία που πρόλαβε να παρουσιαστεί ήταν Η Παναγία των Παρισίων (βασισμένη στο ομώνυμο έργο του Βίκτωρος Ουγκό) του Γερμανού σκηνοθέτη Γουίλιαμ Ντίτερλε (1893-1972). Τους δύο βασικούς ρόλους (του Κουασιμόδου και της Εσμεράλδας) ερμήνευαν οι ηθοποιοί Τσαρλς Λότον (1899-1962) και Μορίν Ο’Χάρα (1920-2015). Πρόεδρος της επιτροπής ήταν ο εμβληματικός – πρωτοπόρος κινηματογραφιστής Λουί-Ζαν Λιμιέ (1864-1948) που μαζί με τον αδελφό του Ογκίστ (1862-1954) είχαν εξελίξει καθοριστικά την τέχνη της «μεγάλης οθόνης».
Φεστιβάλ Καννών 1974. |
Το 1946 ο θεσμός θα είχε, οριστικά πια, την επίσημη πρεμιέρα του. Μεταξύ 21 χωρών που συμμετείχαν κατά το διάστημα 20 Σεπτεμβρίου – 5 Οκτωβρίου, προβλήθηκαν συνολικά 44 ταινίες κι άλλες 55 μικρής διάρκειας. Η εκδήλωση έλαβε χώρα στην αίθουσα του πρώην Καζίνο της πόλης, με πρόεδρο των κριτών (που αποτελούνταν από 18 διεθνείς προσωπικότητες του χώρου) το Γάλλο ιστορικό Ζορζ Ισμάν (1889-1957). Το πρώτο «Μέγα Βραβείο» (που από το 1955 έδωσε τη θέση του στο «Χρυσό Φοίνικα») κέρδισε η πολεμική ταινία με τίτλο Η Μάχη των Σιδηροδρόμων του Ρενέ Κλεμέν (1913-1996), ο οποίος πήρε και το βραβείο σκηνοθεσίας. Ήταν μάλλον μία απομίμηση του Ιταλικού νεορεαλιστικού σινεμά σε λήψεις ντοκιμαντέρ, αφιερωμένο στον αγώνα της Γαλλικής αντίστασης κατά των Γερμανών. Το βραβείο του α’ ανδρικού ρόλου κατέκτησε ο Ουαλός Ρέι Μίλαντ (1907-1986) και του α’ γυναικείου η Γαλλίδα Μισέλ Μοργκάν (1920-2016).
Οι ελληνικές διακρίσεις.
Η Ελλάδα εκπροσωπήθηκε επάξια στις Κάννες, αποσπώντας αξιόλογες διακρίσεις. Το 1960 η ταινία Ποτέ την Κυριακή του Ζιλ Ντασέν (1911-2008) με πρωταγωνίστρια τη Μελίνα Μερκούρη (1920-1994) πήρε πανηγυρικά το πρώτο βραβείο. Ακολούθως ο Έλληνας σκηνοθέτης Θεόδωρος Αγγελόπουλος (1935-2012) κατέκτησε τρεις διακρίσεις με τις ταινίες του. Πρώτη ήρθε η βράβευση για το Ταξίδι στα Κύθηρα (1984) όπου είχαμε το «κύκνειο άσμα» των ηθοποιών μας Μάνου Κατράκη και Διονύση Παπαγιαννόπουλου που πέθαναν την ίδια χρονιά. Ακολούθησαν Το Βλέμμα του Οδυσσέα (1995) και Μία Αιωνιότητα και μία Ημέρα (1998) με τον αείμνηστο Μπρούνο Γκανζ (1941-2019). Στον αιώνα μας τη «σκυτάλη» έχει πάρει δυναμικά ο ταλαντούχος Γιώργος Λάνθιμος, ο οποίος τιμήθηκε το 2009 με το ψυχολογικό δράμα Κυνόδοντας, και με τον Αστακό (2015), μία μαύρη κωμωδία με τους Κόλιν Φαρέλ και Ρέιτσελ Βάις στις βασικές ερμηνείες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου