SAVE EGALEO

Τα μέλη της Επιτροπής Σωτηρίας του Αιγάλεω Α.Ο. (2009-10)

Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2023

Ο άθλος των νέων του «ματωμένου» Νοέμβρη.

 

Η εξέγερση του Νοεμβρίου του ’73 συσπείρωσε το λαό, αφύπνισε πολλές συνειδήσεις που έως τότε αποδέχονταν τη δικτατορία ή είχαν συμβιβαστεί με αυτήν, ανέδειξε την υποκρισία της δήθεν «φιλελευθεροποίησης» παρουσιάζοντας το «ωμό» - στυγνό πρόσωπο του καθεστώτος, ακύρωσε την «ομαλή» μετάβαση προς τη συνταγματική τάξη (που θα λειτουργούσε σαν «Κολυμβήθρα του Σιλωάμ» για τους «Απριλιανούς») και επιτάχυνε τις εξελίξεις προς τη «μεταπολίτευση».

(Γράφει ο Νίκος Δ. – Θ. Νικολαΐδης)

Η φετινή 50η επέτειος της εξέγερσης της νεολαίας και της κορύφωσής της με την κατάληψη του Πολυτεχνείου αποτελεί ένα σημαντικό ορόσημο. Όχι γιατί συμπληρώθηκε ακριβώς μισός αιώνας από εκείνες τις αλησμόνητες ημέρες (14-17 Νοεμβρίου 1973) αλλά, κυρίως, επειδή το μήνυμά της εξακολουθεί να εμπνέει και να καθοδηγεί, παρά τη φυσιολογική φθορά που, μοιραία, ο χρόνος επιβάλλει. Όσο απομακρυνόμαστε από τα ιστορικά γεγονότα εκείνης της κρίσιμης εποχής, τόσο πιο δυνατά προβάλλει από το παρελθόν ο συμβολισμός αλλά και η διαχρονικότητα του άθλου που πέτυχε τότε η ελληνική νεολαία. Η οποία, λόγω της συμμετοχής της στα κοινά (μέσω της διεκδίκησης των αυτονόητων που άλλα κοινωνικά στρώματα δεν τολμούσαν καν να επιχειρήσουν) άνοιξε το δρόμο για την αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η τελευταία αυτή διαπίστωση ίσως να φαντάζει ουτοπική για κάποιους, ωστόσο  δεν παύει να αποτελεί ένα αναμφισβήτητο γεγονός. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με την ορθή σειρά.

Από τον «ανένδοτο» στη δικτατορία.

Το "θερμό" καλοκαίρι του 1965 ο λαός της Αθήνας βγήκε στους δρόμους. Αφορμή για την κινητοποίηση των λαϊκών μαζών υπήρξε το πραξικόπημα των ανακτόρων, σε βάρος της νόμιμα εκλεγμένης κεντρώας κυβέρνησης του ΓεώργιουΠαπανδρέου (1888 – 1968). Ο (επονομαζόμενος και «Γέρος της Δημοκρατίας») Έλληνας πρωθυπουργός, είχε αναλάβει την εξουσία πριν από 1,5 περίπου χρόνο, μετά το θρίαμβο του κόμματός του («Ένωση Κέντρου») σε διπλή εκλογική αναμέτρηση(τέλη 1963, αρχές του 1964). Έπειτα από μία μακρά περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από δεξιές κυβερνήσεις και ενώ η δράση παρακρατικών και άλλων εγκάθετων τραμπούκων γενικεύθηκε με κομβικό σημείο τη δολοφονία του υπέρμαχου της Ειρήνης, δημοκράτη βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη (1912-1963) στη Θεσσαλονίκη το Μάιο του 1963, η ευκαιρία για την κατάκτηση κοινωνικών αλλαγών έδειχνε ιδανική. Ο Παπανδρέου, θωρακισμένος από τον «ανένδοτο αγώνα» που είχε κηρύξει μετά το σκάνδαλο βίας και νοθείας πουσυνόδευσε την εκλογική αναμέτρηση του 1961, είχε αναβαθμιστεί στη συνείδηση του κόσμου σαν μαχητικός (τώρα) θεματοφύλακας των δημοκρατικών θεσμών. Ο παλαιότερος, αμφιλεγόμενος ρόλος του στα ματωμένα «Δεκεμβριανά» του 1944, είκοσι ολόκληρα χρόνια μετά έδειχνε να ακυρώνεται τώρα, από τις επανειλημμένες προσπάθειές του υπέρ της αποκατάστασης της δημοκρατικής ομαλότητας.


Η εκτροπή.

Ωστόσο, οι δυνάμεις του κατεστημένου δεν ήταν διατεθειμένες να επιτρέψουν στον Παπανδρέου να προχωρήσει σε σοσιαλιστικές μεταρρυθμίσεις, ούτε –πολύ περισσότερο- στην Αριστερά να επανακάμψει στην πολιτική ζωή (το Κ.Κ.Ε. παρέμενε εκτός νόμου από το Δεκέμβριο του 1947). Το αποτέλεσμα των εκλογών του 1958, όταν η «Ε.Δ.Α.» αναδείχτηκε πρώτη δύναμη της αντιπολίτευσης (κατακτώντας ένα ποσοστό της τάξεως του 25%) άναψε «κόκκινο συναγερμό» στο παλάτι και στην τότε ηγεσία  του στρατεύματος, που από το1951 (με την ίδρυση του «Ι.Δ.Ε.Α.») διεκδικούσε ενεργή συμμετοχή στα πολιτικά τεκταινόμενα. Ο νεαρός μονάρχης Κωνσταντίνος Γλίξμπουργκ (1940-2023)  είχε πρόσφατα διαδεχτεί τον πατέρα του Παύλο, που απεβίωσε το καλοκαίρι του 1964. Άπειρος πολιτικά, αρχικά έδειχνε να συνεργάζεται αγαστά με το γηραιό πρωθυπουργό, που ουδέποτε άλλωστε υπήρξε φανατικός πολέμιος του θρόνου. Όταν, όμως, ξέσπασε το σκάνδαλο του «Α.Σ.Π.Ι.Δ.Α.» που εντέχνως συνδέθηκε με τον ριζοσπάστη υπουργό της κυβέρνησης (και γιο του προέδρου της) Ανδρέα Παπανδρέου (1919-1996) οι σχέσεις τους οξύνθηκαν σε επικίνδυνο βαθμό.


Η Αποστασία.

Με την παραπομπή σε δίκη των αξιωματικών που κατηγορούνταν για συνωμοσία μέσα στο στράτευμα να επικρέμαται, ο πρωθυπουργός θέλησε να ακυρώσει τη διαδικασία που πίστευε ότι εσκεμμένα (για να πληγεί ο ίδιος) στόχευε τον ίδιο το γιο του ως πρωταίτιο (η αντιπολίτευση υποστήριζε πως ο Ανδρέας ήταν ο πολιτικός καθοδηγητής των αξιωματικών του «Α.Σ.Π.Ι.Δ.Α.»). Η πρόθεσή του, όμως, να αντικαταστήσει τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Πέτρο Γαρουφαλιά και να αναλάβει ο ίδιος το Υπουργείο που διεξήγαγε τις σχετικές ανακρίσεις, όπως τυπικά είχε δικαίωμα από τις συνταγματικές του εξουσίες, συνάντησε τη σφοδρή αντίδραση του θρόνου. ΟΚωνσταντίνος αρνήθηκε να υπογράψει τα σχετικά διατάγματα και ο Παπανδρέου παραιτήθηκε τον  ταραγμένο Ιούλιο του 1965, φρονώντας ότι η χώρα θα οδηγηθεί σε νέες εκλογές, για τη λύση του ζητήματος.

Όμως, αναπάντεχα, μεγάλο μέρος των βουλευτών του δεν τον ακολούθησε και το παλάτι παρέδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης σε έναν από τους αποστάτες της «Ένωσης Κέντρου», το Γεώργιο Αθανασιάδη Νόβα (1893-1987). Η εντολή καταψηφίστηκε από τη Βουλή εν μέσω έντασης, με χιλιάδες κόσμου να διαδηλώνει καθημερινά στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις. Ακολούθησε νέα εντολή προς τον (πρώην κομμουνιστή ηγέτη) Ηλία Τσιριμώκο, που είχε την ίδια τύχη. Μετά από κατηγορίες που εξαπολύονταν εκατέρωθεν, σωρείες καταγγελιών για χρηματισμό βουλευτών, αστυνομική βία (ο φοιτητής Σωτήρης Πέτρουλας έπεσε νεκρός στην οδό Σταδίου) και θλιβερές συρράξεις μεταξύ αντιπάλων βουλευτών στην ίδια την αίθουσα του Κοινοβουλίου, τελικά η τρίτη στη σειρά δοτή -  βασιλική κυβέρνηση (του Στέφανου Στεφανόπουλου) πέτυχε να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης.


Οι προσπάθειες συνεννόησης και ο αιφνιδιασμός.

Ο Γεώργιος Παπανδρέου που είχε, μήνες πριν, κηρύξει νέο «ανένδοτο» καλώντας το λαό σε συμπαράσταση, πλέον έπρεπε να αποδεχτεί την ανατροπή της κυβέρνησής του, δίχως την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία. Τα πράγματα είχαν πάρει το μοιραίο δρόμο τους. Η θνησιγενής κυβέρνηση Στεφανόπουλου «τορπιλίστηκε» στη συνέχεια, από τη συμφωνία του Γ. Παπανδρέου με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο (είχε διαδεχτεί τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στην ηγεσία της «Ε.Ρ.Ε.» όταν ο τελευταίος, πιεζόμενος από το «παρακράτος» που και ο ίδιος, έως έναν βαθμό ανέχτηκε, αποφάσισε να παραιτηθεί και να αυτό-εξοριστεί στη Γαλλία) να άρουν την εμπιστοσύνη τους και να οδηγήσουν τη χώρα σε εκλογές, που καθορίστηκαν για το Μάιο του 1967. Ο βασιλιάς ήταν σύμφωνος, ενώ ως ο ανεύθυνος εγγυητής του Πολιτεύματος που θα έπρεπε να μην παρεμβαίνει στην πολιτική ζωή, είχε ουσιαστικά εγκρίνει μίαν ακόμη εκτροπή. Το έπραξε εξασφαλίζοντας τη συναίνεση της ανώτατης ηγεσίας του στρατεύματος, το οποίο άλλωστε, θεωρούσε παραδοσιακά ως «φέουδό» του. 

Όμως, τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου, μία θράκα ανώτερων αξιωματικών που είχαν επικεφαλής τη γνωστή τριάδα (Γεώργιος Παπαδόπουλος, Στυλιανός Παττακός, Νικόλαος Μακαρέζος) ανέτρεψαν την προσωρινή κυβέρνηση του Π. Κανελλόπουλου και υποχρέωσαν με την απειλή των τανκς τον Κωνσταντίνο να δεχτεί μία δήθεν «επανάσταση» ως τετελεσμένο γεγονός. Η περίοδος της 7χρονης τυραννίας (η διαβόητη «χούντα των συνταγματαρχών») ξεκινούσε. Μέσα σε ελάχιστες ώρες οι πραξικοπηματίες εξουδετέρωσαν κάθε πιθανή αντίσταση και εδραίωσαν την κυριαρχία τους απόλυτα. Μία άσχημα σχεδιασμένη απόπειρα του βασιλιά -το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου- να επαναφέρει την πρότερη κατάσταση, έπεσε στο κενό. Την επομένη, ο Κωνσταντίνος εγκατέλειψε, μαζί με τα μέλη της οικογένειάς του και ελάχιστους συνεργάτες την Ελλάδα, στην οποία ουδέποτε επέστρεψε ως εστεμμένος.


Αστυνομικό κράτος βίας και τρομοκρατίας.

Με την πρόφαση της δήθεν κομμουνιστικής συνωμοσίας, την οποία επικαλέστηκε ο ίδιος ο «πρωθυπουργός» Παπαδόπουλος (αρχικά στη θέση αυτή είχε τοποθετηθεί ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνος Κόλλιας) οι στρατιωτικοί απέκτησαν τη «νομιμοποίηση» να αναμορφώσουν, σύμφωνα με τις δικές τους πεποιθήσεις το Κράτος, προσδίδοντάς του έναν αντιδραστικό, κατασταλτικό χαρακτήρα και μία εικόνα βαλκανικής... «μπανανίας». Όποιος είχε μπει στο στόχαστρο των δικτατόρων για προηγούμενη δράση του, είχε οικτρή μοίρα. Ένα από τα πρώτα θύματα της δικτατορίας ήταν, μεταξύ άλλων, ο δικηγόρος Νικηφόρος Μανδηλαράς (1928-1967), το πτώμα του οποίου εκβράστηκε σε παραλία της Αττικής, με εμφανή σημάδια κακοποίησης. Ο ηλικιωμένος κομμουνιστής ηγέτης Ηλίας Ηλιού (1904-1985) συνελήφθη μαζί με άλλους πολιτικούς και υπέστη ανηλεή ξυλοδαρμό, με αφορμή παλαιότερες δηλώσεις του στη Βουλή, όταν «φωτογράφιζε» το Γ. Παπαδόπουλο ως ενορχηστρωτή της δολιοφθοράς σε στρατόπεδο του Έβρου.

Χλιαρή αποδοχή…

Παρά τη νωθρή αντίδραση εκ μέρους ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών, η δικτατορία σταθεροποιήθηκε και μάλιστα, αποκτώντας την ημί-επίσημη αναγνώρισητων Ηνωμένων Πολιτειών, της οποίας διάφοροι αξιωματούχοι επισκέφτηκαν την Ελλάδα. Επιχειρώντας να αποκτήσουν λαϊκή βάση προχώρησαν σε κάποια μέτρα ελάφρυνσης των χαμηλών τάξεων, ενώ στον πυρήνα του, το καθεστώς παρέμενε προσηλωμένο και εξυπηρετούσε τα παγιωμένα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου.

Ανιστόρητη καπηλεία.

Γραφική φαντάζει σήμερα (αλλά τότε ήταν οδυνηρή διαπίστωση) η τεράστιου βαθμού καπηλεία που έγινε σε βάρος της ιστορίας και των εθνικών συμβόλων, από τις πομπώδεις, αρχαιοπρεπείς εκδηλώσεις που οργανώνονταν κάθετόσο με στόχο την προσφορά στο κοινό «θεαμάτων», στα πρότυπα της Ρωμαϊκής φιέστας. Το σύνθημα «Ελλάς, ΕλλήνωνΧριστιανών» καθόριζε το βασικό-συντηρητικό άξονα της ιδεολογίας της χούντας, εμπεριέχοντας ταυτόχρονα τον εθνικιστικό αλλά και το μισαλλόδοξο προσανατολισμό του καθεστώτος. Η πολιτιστική υποβάθμιση κυριάρχησε και δεκάδες άνθρωποι του πνεύματος επέλεξαν την αποστασιοποίηση από τα κοινά. Ο μόνος που τόλμησε φανερά να επικρίνει το καθεστώς ήταν ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης (1900-1971) με ένα ραδιοφωνικό του μήνυμα λίγους μήνες πριν φύγει από τη ζωή.

Η απόπειρα Παναγούλη.

Μοναδική δυναμική ενέργεια που φάνηκε να αμφισβητεί το καθεστώς, ήταν η απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου που επιχείρησε μία ολιγομελής αντιστασιακή ομάδα υπό τον Αλέξανδρο Παναγούλη (1939-1976) το καλοκαίρι του 1968 στον παραλιακό δρόμο Σουνίου- Αθήνας. Η απόπειρα απέτυχε και ο Παναγούλης μαζί με τους περισσότερους από τους συντρόφους του συνελήφθησαν, βασανίστηκαν απάνθρωπα στα κρατητήρια της Ε.Σ.Α. (στρατιωτικής αστυνομίας) και καταδικάστηκαν σε πολυετή κάθειρξη. Σποραδικές υπήρξαν, επίσης, κάποιες ακόμη αντιστασιακές πράξεις, όπως η τοποθέτηση εκρηκτικών μηχανισμών σε κεντρικά σημεία της πρωτεύουσας. Κατά την προπαρασκευή μίας από αυτές, ο καθηγητής της Παντείου Σάκης Καράγιωργας (1930-1985) τραυματίστηκε βαριά από έκρηξη και συνελήφθη.

Η διαιώνιση της ανωμαλίας.

Σε όσους προσπαθούσαν να εναντιωθούν από το εξωτερικό, η χούντα «απαντούσε» με αφαίρεση της ελληνικής ιθαγένειας και την απαγόρευση επανόδου στη χώρα. Τα ξερονήσια του εμφυλίου ξαναγέμισαν, σταδιακά, από χιλιάδες εξορισμένους και η δικτατορία έδειξε τις αληθινές της προθέσεις. Επί μία ολόκληρη πενταετία, μέχρι τουλάχιστον να φτάσουμε στα μέσα του 1972, το στρατιωτικό καθεστώς δεν συνάντησε αξιοσημείωτες αντιδράσεις στη χώρα. Η λογοκρισία, η αστυνομική τρομοκρατία, οι απειλές, οι συλλήψεις, οι εκτοπίσεις και τα βασανιστήρια σε βάρος των αντιφρονούντων είχαν επιβάλλει μία κατάσταση επιφανειακής σιωπής («ησυχία, τάξις και ασφάλεια») και αναγκαστικής αποδοχής. Ήταν όμως, έτσι;

Η φοιτητική αντίδραση.

Σαφέστατα και όχι. Από τους τελευταίους μήνες του 1972 οι φοιτητές, που ποτέ έως τότε δεν είχαν αποδεχτεί τη νέα κατάσταση, κορύφωσαν τις αντιδράσεις τους επιζητώντας τη διενέργεια νόμιμων (ελεύθερων) εκλογών στους συλλόγους τους. Το Φεβρουάριο του 1973 η κατάσταση αυτή γενικεύτηκε με τηνκατάληψη της ταράτσας του κτιρίου της Νομικής Σχολής, στο κέντρο της πρωτεύουσας. Η κινητοποίηση τερματίστηκε γρήγορα και αναίμακτα, όμως τα μέτρα αντιποίνων του καθεστώτος (διακοπή αναβολής και υποχρεωτική στράτευση) επέτειναν τη σύγκρουση. Η Νομική καταλήφθηκε εκ νέου το Μάρτιο, όμως αυτή τη φορά η εκκένωση του κτιρίου έγινε με βίαιο τρόπο και πολλοί φοιτητές κακοποιήθηκαν.

Ανταρσία στη Μεσόγειο!

Την άνοιξη του ίδιου χρόνου ο κυβερνήτης του Ελληνικού καταδρομικού «Βέλος» Νικόλαος Παππάς (1930-2013) και ολόκληρο το πλήρωμά του στασίασαν, εγκατέλειψαν το σχηματισμό των συμμαχικών σκαφών που συμμετείχαν σε κοινή άσκηση του ΝΑΤΟ στη Μεσόγειο και κατέφυγαν στην Ιταλία, ζητώντας πολιτικό άσυλο. Ο Παπαδόπουλος, θεωρώντας ότι πίσω από το «κίνημα του Ναυτικού» (όπως ονομάστηκε) βρισκόταν ο Κωνσταντίνος, κήρυξε τη μοναρχία έκπτωτη (καταργώντας και το θεσμό του Αντιβασιλέα) και την 1η Ιουνίου 1973 προχώρησε σε μετατροπή του Πολιτεύματος, από Βασιλευόμενη σε "Προεδρική Δημοκρατία". Στα μέτρα αντίδρασης του καθεστώτος εναντίον όσων αξιωματικών φέρονταν να είχαν συμμετοχή στο κίνημα περιλαμβάνονταν μεσαιωνικού τύπου βασανιστήρια, όπως αυτά που υπέστη ο ταγματάρχης Σπύρος Μουστακλής (1926-1986) και τα οποία είχαν σαν συνέπεια να καταστεί παραπληγικός, για το υπόλοιπο της ζωής του.

Το «πείραμα» Μαρκεζίνη.

Ο ίδιος ο αρχι-πραξικοπηματίας θα κατείχε τη θέση του «προέδρου της Δημοκρατίας» για τα επόμενα επτά έτη (έως το 1980), ενώ η «κυβέρνηση» που όρισε (με «πρωθυπουργό» το Σπύρο Μαρκεζίνη, παλαιό υπουργό των κυβερνήσεων της δεξιάς) δεσμεύτηκε για δημοκρατικές αλλαγές («φιλελευθεροποίηση»). Στόχος ανακοινώθηκε ότι ήταν η προετοιμασία της χώρας για «ελεγχόμενες» εκλογές (πάντα υπό την αιγίδα του «λοχία») μέσα στο 1974, όπως καθοριζόταν από τις προγραμματικές δηλώσεις. Παράλληλα, ο Παπαδόπουλος, θέλοντας να προσδώσει νομιμοφάνεια στις ενέργειές του, προχώρησε σε (εμφανώς νοθευμένο) δημοψήφισμα υπέρ της Πολιτειακής μετατροπής, με το «ΝΑΙ» να συγκεντρώνει συντριπτικό ποσοστό. Ήταν το δεύτερο «δημοψήφισμα» της χούντας, έπειτα από εκείνο που προηγήθηκε το 1968, με την εκπόνηση του νέου «συντάγματος».

Κρίση του καθεστώτος και αφορμή.

Το φθινόπωρο του 1973 ξέσπασε ο νέος Αραβοϊσραηλινός Πόλεμοςκαι η διεθνής πετρελαϊκή κρίση εντάθηκε. Η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα βρισκόταν πια, σε οριακό σημείο, αφού το καθεστώς πλήρωνε τώρα τα «σπασμένα» για την ανερμάτιστη πολιτική που είχε ακολουθήσει («θαλασσοδάνεια, σκάνδαλακλπ). Η λαϊκή δυσφορία κορυφώθηκε, καθώς ο μέσος Έλληνας τα έβγαζε πολύ δύσκολα πέρα, την ώρα που οι κρατούντες «σφύριζαν αδιάφορα». Στις αρχές Νοεμβρίου του 1973 πραγματοποιήθηκε το 5ετές Μνημόσυνο του Γεώργιου Παπανδρέου, στο οποίο έσπευσαν χιλιάδες πολίτες. Όπως και στα 1968, που η τελετή είχε σταθεί η αφορμή για την εκδήλωση αντι-χουντικών συναισθημάτων, έτσι και τώρα, ο κόσμος διαδήλωσε με ειρηνικό τρόπο εκφράζοντας την αγανάκτησή του για τη συνεχιζόμενη καταπίεση. Η αστυνομία χτύπησε τη συγκέντρωση με βάναυσο τρόπο και 17 πολίτες, στην πλειοψηφία τους νεαροί συνελήφθησαν και παραπέμφθηκαν άμεσα στο στρατοδικείο. Αντιδρώντας στο γεγονός, φοιτητές διαφόρων σχολών της Αθήνας και άλλων μεγάλων πόλεμων οργάνωσαν συνελεύσεις, όπου αποφασίστηκε η κατάληψη πανεπιστημιακών χώρων. Η «σπίθα» της εξέγερσης είχε ανάψει! Την Τετάρτη 14 Νοεμβρίου το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο στο κέντρο της πρωτεύουσας καταλήφθηκε από χιλιάδες φοιτητές και άλλους εργαζόμενους, οι οποίοι οργανώθηκαν σε ομάδες για τη σωστή διαχείριση της κινητοποίησής τους. Πανό υψώθηκαν, συνθήματα εναντίον της χούντας δονούσαν επί τρεις ημέρες την Αθήνα, μοιράζονταν προκηρύξεις στους περαστικούς οδηγούς και ταυτόχρονα δημιουργήθηκε ραδιοφωνικός σταθμός που καλούσε σε ανατροπή της δικτατορίας.

Η αντίδραση της χούντας.

Ο πρωθυπουργός Μαρκεζίνης, ο οποίος δεν είχε καλά - καλά συνηθίσει τα νέα του καθήκοντα, βρέθηκε προ αδιεξόδου. Επισήμως δήλωνε ότι θα σεβόταν το Πανεπιστημιακό Άσυλο και δεν θα προχωρούσε σε καταστολή της διαδήλωσης, ωστόσο το στρατιωτικό κατεστημένο ήταν αυτό που θα λάμβανε την όποια απόφαση. Φαίνεται ότι ο πανίσχυρος διοικητής της στρατιωτικής αστυνομίας ταξίαρχος Δημήτριος Ιωαννίδης είχε αποφασίσει πλέον να παρέμβει ενεργά στην κατάσταση, διεκδικώντας το ρόλο του πρωταγωνιστή των εξελίξεων. Με απόφαση του Παπαδόπουλου (όπως ο ίδιος παραδέχτηκε στη δίκη του, αργότερα) και τη σύμφωνη γνώμη του Μαρκεζίνη, κινητοποιήθηκαν μονάδες του στρατού και τεθωρακισμένα κύκλωσαν την περιοχή.

Ο χρόνος σταματά!

Τα ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου, ενώ σε εξέλιξη ήταν κάποιου είδους διαπραγμάτευση για την ομαλή εκκένωση του Πολυτεχνείου, ένα τανκ γκρέμισε την κεντρική πύλη του ιδρύματος και εκατοντάδες αστυνομικοί, άνδρες των Λ.Ο.Κ. και διάφοροι ασφαλίτες εισέδυσαν στον περίβολο. Ακολούθησαν αθρόες συλλήψεις φοιτητών και άλλων νέων, ενώ από τα γύρω κτίρια ακροβολισμένοι ελεύθεροι σκοπευτές της ασφάλειας όπως και μέλη ακροδεξιών οργανώσεων σκόρπισαν το θάνατο σε όσους επιχειρούσαν να διαφύγουν. Κηρύχτηκε Στρατιωτικός Νόμος σε όλη τη χώρα, με τις δολοφονίες ανύποπτων πολιτών να συνεχίζονται έως και μίαεβδομάδα μετά. Πέρα από τα αποδεδειγμένα εγκλήματα, ο συνολικός αριθμός των θυμάτων ίσως και να αγγίζει τους 100 νεκρούς, σύμφωνα με διάφορα πορίσματα που κατά καιρούς είδαν το φως της δημοσιότητας. Υπήρξαν περιπτώσεις απρόκλητης βίας από αξιωματικούς της χούντας, με εν-ψυχρώ δολοφονίες όπως αυτή του 23χρονου ηλεκτρολόγου Μιχαήλ Μυρογιάννη, την Κυριακή 18 Νοεμβρίου 1973.

Πτώση της χούντας και ο απόηχος.

Η δικτατορία μπορεί να μην τερματίστηκε το Νοέμβριο του ’73, τα θεμέλιά της, ωστόσο, στην κοινωνία κλονίστηκαν σημαντικά. Λίγες ημέρες αργότερα ο Παπαδόπουλος ανατράπηκε με νέο πραξικόπημα του Ιωαννίδη και τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό. Μία νέα, ακόμη σκληρότερη δικτατορία επιβλήθηκε, για τους επόμενους οκτώ μήνες. Ήταν η περίοδος του «αόρατου δικτάτορα» που θα έπαιρνε τη μοιραία απόφαση για τον Κυπριακό ελληνισμό, να ανατρέψει τον εκλεγμένο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπο Μακάριο (1913-1977), κάνοντας χρήση των όπλων. Το προδοτικό πραξικόπημα του Ιουλίου1974 υπό τον παλαιό αγωνιστή της Ε.Ο.Κ.Α. Νικόλαο Σαμψών πέτυχε, όμως οΜακάριος επέζησε και διέφυγε στο εξωτερικό. Λίγα 24ωρα μετά η Τουρκία (ως εγγυήτρια δύναμη της Κύπρου, μαζί με την Ελλάδα και τη Μεγάλη Βρετανία) προχώρησε σε εισβολή (επιχείρηση «Αττίλας») με τη γνωστή σε όλους μας κατάληξη. Ανίκανοι να χειριστούν τα νέα δεδομένα και υπό την απειλή γενικευμένου ελληνοτουρκικούπολέμου, οι ηγέτες των στρατιωτικών επιτελείων -παρακάμπτοντας  τον Ιωαννίδη- αποχώρησαν από την πολιτική σκηνή και παρέδωσαν την εξουσία στους πολιτικούς, τους οποίους οι ίδιοι είχανεκδιώξει σαν «φαύλους», πριν από επτά χρόνια.

Επάνοδος Καραμανλή και επιστροφή στη νομιμότητα.

Η χούντα κατέρρευσε το ίδιο απότομα όσο είχε επιβληθεί. Ήταν ο ίδιος ο «πρόεδρος» της, μάλιστα, στρατηγός Φαίδων Γκυζίκης, που -με τις απαραίτητες ευλογίες του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ στη Μητρόπολη-όρκισε ως πρωθυπουργό (καταργώντας τον «πρωθυπουργό» του Ιωαννίδη, Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο) στην κυβέρνηση της «Εθνικής Ενότητας» τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ο Καραμανλής, έπειτα από 11 χρόνιααπουσίας, έφτασε αεροπορικώς στην Ελλάδα τις πρώτες πρωινές ώρες της 24ης Ιουλίου του ’74, σηματοδοτώντας έτσι το πέρασμα στην εποχή της «Μεταπολίτευσης».

  • Και ήταν ασφαλώς το Πολυτεχνείο, που είχε παίξει τον καθοριστικό ρόλο, σε αυτή την ιστορική μετάβαση.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η «κατάρα» της Formula 1

  Μ. Σουμάχερ Μοιραία παιχνίδια της τύχης σκιάζουν τον ορίζοντα του πιο δημοφιλούς μηχανοκίνητου σπορ. ( Γράφει ο Νίκος Δ. – Θ. Νικολαΐδης...