Η κρίση των
πυραύλων και ο άθλος της αποτροπής ενός παγκόσμιου ολοκαυτώματος.Εφημ. "Ελευθερία" (πρωτοσέλιδο της 23ης Οκτωβρίου 1962)
(Γράφει ο Νίκος Δ. – Θ. Νικολαΐδης)
Τον Οκτώβριο του
1962 και επί δύο εβδομάδες η παγκόσμια κοινότητα κρατούσε την ανάσα της με
αγωνία, αφού η πιθανότητα μίας γενικευμένης σύγκρουσης με τη χρήση πυρηνικών
όπλων μεταξύ των δύο υπέρ-δυνάμεων της εποχής (Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής –
Σοβιετική Ένωση) φάνταζε πιθανότερη από ποτέ άλλοτε! Η αφορμή για τη μεγάλη
εκείνη κρίση στις σχέσεις μεταξύ των δύο αντιπάλων συνασπισμών είχε δοθεί όταν
ένα Αμερικανικό κατασκοπευτικό αεροπλάνο εντόπισε και φωτογράφισε βάσεις
εκτόξευσης πυραύλων με βαλλιστικές κεφαλές, οι οποίες βρίσκονταν εγκατεστημένες
στην Κούβα, ένα νησί της Καραϊβικής το οποίο απείχε ελάχιστη απόσταση από τα
Αμερικανικά εδάφη. Τότε σήμανε ο πρώτος συναγερμός στις υπηρεσίες ασφαλείας των
Η.Π.Α., ενώ η κοινή γνώμη βρισκόταν, ακόμη στο σκοτάδι.
Το ιστορικό υπόβαθρο & η διαίρεση της Ευρώπης.
Μετά τη λήξη του
Β’ Π.Π. (1939 – 1945) και τη συντριβή του «Άξονα» ο κόσμος μοιράστηκε στις
λεγόμενες «σφαίρες επιρροής», μεταξύ των νικητών (Η.Π.Α., Ε.Σ.Σ.Δ., Μ. Βρετανία,
Γαλλία) και των συμμάχων τους, ενώ οι κύρια ηττημένες χώρες (Γερμανία, Ιαπωνία,
Αυστρία) τέθηκαν σε καθεστώς επιτήρησης-κατοχής για ένα σημαντικό χρονικό
διάστημα. Η Σοβιετική Ένωση απελευθέρωσε από τους ναζί (ουσιαστικά κατέλαβε)
έναν σημαντικό αριθμό χωρών που βρίσκονταν κοντά στα νοτιο-δυτικά της σύνορα (Ουγγαρία,
Τσεχοσλοβακία, Πολωνία, Βουλγαρία, Ρουμανία) όπου και εγκαθιδρύθηκαν απολυταρχικά
κομμουνιστικά καθεστώτα τύπου «δορυφόρων» της, τα οποία βρίσκονταν υπό την
άμεση πολιτική και στρατιωτική της επιρροή. Εξαίρεση, εν-μέρει, αποτέλεσαν η
Γιουγκοσλαβία του στρατάρχη Γιόζιπ ‘Μπροζ’ Τίτο (η χώρα είχε απελευθερωθεί από
τους παρτιζάνους του, δίχως να εισέλθουν στα εδάφη της οι δυνάμεις του «Κόκκινου
Στρατού») που ακολούθησε μία μάλλον ανεξάρτητη πορεία (τηρώντας σαφείς αποστάσεις
από τη Μόσχα) και η Αλβανία (που είχε μετατραπεί σε φασιστικό «προτεκτοράτο»
της Μουσολινικής Ιταλίας) του Εμβέρ Χότζα, η οποία σταδιακά απομονώθηκε από τη
διεθνή σκηνή.
Δύο αντίθετοι πόλοι.
Αντίθετα, τόσο
στην Ιταλία (όπου υπήρξε ένα δυναμικό αντιστασιακό κίνημα), όσο και στη Γαλλία
(που τελούσε υπό μία ιδιότυπη Γερμανική κατοχή, με ένα μέρος της χώρας –Κράτος του
Βισύ- να έχει ταχθεί στο πλευρό του Χίτλερ) αλλά και τις υπόλοιπες χώρες που
απελευθερώθηκαν από το ναζιστικό βρόγχο (Ολλανδία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Δανία,
Νορβηγία) το καθεστώς που επικράτησε ήταν η κοινοβουλευτική δημοκρατία «δυτικού
τύπου». Η (πρώην ναζιστική) Γερμανία με επίκεντρο την πρωτεύουσά της (Βερολίνο)
χωρίστηκε αρχικά σε τέσσερις ζώνες κατοχής, αλλά σύντομα διαιρέθηκε στην (Δυτική)
Ομοσπονδιακή Γερμανία-προσκείμενη στις Η.Π.Α. και στην (Ανατολική) Λαϊκή
Δημοκρατία, υπό τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της Ε.Σ.Σ.Δ. Μάλιστα το 1961
κατασκευάσθηκε το διαβόητο «Τείχος» που χώριζε την πόλη του Βερολίνου στα δύο,
αποκλείοντας από τους κατοίκους του Ανατολικού Τομέα τη διαφυγή στον Δυτικό,
επί απειλή ζωής! Στην Ελλάδα, οι
προσπάθειες συναίνεσης μεταξύ του Ε.Α.Μ.ικού (Κομμουνιστικού) κινήματος και της
δεξιάς (φιλο-βασιλικής) προσωρινής διακυβέρνησης (με τη στήριξη των Βρετανών) οδηγήθηκαν
σε αιματηρό αδιέξοδο με δύο «γύρους» εμφύλιας σύρραξης (Δεκεμβριανά 1944,
εμφύλιος 1946-1949) να καταλήγουν στην οριστική ένταξη της χώρας (όπως είχε ήδη
αποφασιστεί) στο δυτικό στρατόπεδο. ‘Έτσι, δύο σαφώς αντίθετοι ιδεολογικά
πυλώνες βρίσκονταν πλέον σε αντιπαράθεση στην Ευρώπη, σηματοδοτώντας μία μακρά
περίοδο που εμφαντικά ονομάστηκε «Ψυχρός
Πόλεμος». Από τη μία υπήρχε το ΝΑΤΟ (η
στρατιωτική ένωση των δυτικών χωρών) και από την άλλη (στο Ανατολικό «παραπέτασμα»)
δέσποζε ο συνασπισμός του «Συμφώνου της
Βαρσοβίας». Καθένα από τα δύο αυτά μέρη, απροκάλυπτα ή όχι, ήταν
προσηλωμένο στον στόχο του απόλυτου ελέγχου (άμεσα με τη στρατιωτική απειλή ή
έμμεσα με την οικονομική χρηματοδότηση) των αντίστοιχων κυβερνήσεων.
Η μοναδικότητα της Κούβας.
Η Κούβα, μία μακρόστενη νήσος που βρισκόταν στον Κόλπο της Καραϊβικής Θάλασσας -λίγα χιλιόμετρα απέναντι από τη χερσόνησο της Φλόριντα- με πλούσιες φυσικές ομορφιές αλλά και με ένα ιδιαίτερο «στίγμα» τοπικής κουλτούρας – που παραμένει μοναδικό στον κόσμο, πάντα αποτελούσε όπως ήταν φυσικό, ένα λαχταριστό δέλεαρ για την Αμερικανική άρχουσα τάξη. Με πολιτική αστάθεια, διαφθορά στο δημόσιο τομέα, εγκληματικότητα, οικονομικά σκάνδαλα, συχνά στρατιωτικά κινήματα και μεγάλη κοινωνική αναταραχή, η χώρα μαστιζόταν από μύρια προβλήματα που οι κάτοικοί της αδυνατούσαν να αντιμετωπίσουν.
Άντρο διαφθοράς!
Παράλληλα και υπό
την ανοχή του δικτάτορα η Αμερικανική Μαφία
άπλωσε τα «πλοκάμια» της στο νησί, βρίσκοντας την ευκαιρία να μεταφέρει τις έκνομες
δραστηριότητές της (ναρκωτικά, σωματεμπορία-πορνεία, εμπόριο όπλων, ξέπλυμα
χρήματος, χαρτοπαιξία) σε έναν (τόσο κοντινό στην βάση της) τόπο, που όμως δεν ίσχυαν
οι νομικοί περιορισμοί των Η.Π.Α. Κυριολεκτικά η Κούβα είχε μετατραπεί σε μία
κερδοφόρα «μπανανία» όπου άκμαζαν όλες οι παρανομίες, ενώ στα Καζίνο της Αβάνας
έσπευδαν να προσέλθουν κάθε είδους τυχοδιώκτες. Η κατάστασή αυτή είχε φτάσει
στο απροχώρητο γύρω στα μέσα της δεκαετίας του ’50, με τους Αμερικανούς να μην
κρύβουν τη δυσφορία τους. Ο Μπατίστα πιεζόταν να προχωρήσει σε εκλογές, τη
στιγμή που οι άνεργοι φοιτητές εξεγείρονταν στις πόλεις ενώ οι φτωχοί αγρότες
φυτοζωούσαν. Όλα συνέτειναν, πλέον, σε μία αλλαγή, η ώρα της όμως, δεν είχε
ακόμη σημάνει...
Κουβανοί επαναστάτες στη Σιέρρα Μαέστρα
Ο Φιντέλ Κάστρο (1926 – 2016) ήταν ένας
νεαρός Κουβανός δικηγόρος και γόνος μίας εύπορης, αστικής οικογένειας, που είχε
νυμφευτεί την κόρη ενός υπουργού της κυβέρνησης Μπατίστα. Διαθέτοντας πολιτικές
φιλοδοξίες, άρχισε να αμφισβητεί ενεργά το καθεστώς, πρωταγωνιστώντας σε
διαδηλώσεις αντιφρονούντων. Μία ροπή του προς στον Μαρξισμό, αφανής στα πρώτα
χρόνια αλλά επιτηδευμένα προβεβλημένη στη συνέχεια, φαίνεται πως αποτέλεσε το
έναυσμα για την επαναστατική του συμπεριφορά. Μαζί με το μικρότερο αδελφό του Ραούλ, έναν ένθερμο και αποφασισμένο κομμουνιστή,
συνέστησαν μία μικρή ομάδα που σταδιακά, διαμορφώθηκε σε μαχητικό πυρήνα. Στις 26 Ιουλίου του 1953, επικεφαλής περίπου
70 ανδρών, τα δύο αδέλφια σχεδίασαν επίθεση στον στρατώνα Μονκάδα της περιοχής του Σαντιάγο,
προκειμένου να πάρουν τον έλεγχο της χώρας. Το εγχείρημα κατέληξε σε οδυνηρό
φιάσκο, αφού οι στρατιώτες αντέδρασαν άμεσα με τραγικές για τους κινηματίες
συνέπειες. Εννέα σκοτώθηκαν επί τόπου και σχεδόν όλοι πιάστηκαν από τις αρχές
ασφαλείας. Μετά από αυθημερόν βασανιστήρια, ακόμη 56 επαναστάτες εκτελέστηκαν
επί τόπου. Οι δύο αδελφοί παραπέμφθηκαν σε δίκη και καταδικάστηκαν σε βαριές
ποινές κάθειρξης, ωστόσο δύο χρόνια μετά (1955) έλαβαν χάρη και αποφυλακίστηκαν
υπό όρους. Προκειμένου όμως να αποφύγουν την παρακολούθησή τους από τα όργανα
της δικτατορίας διέφυγαν στο Μεξικό, όπου και θα προετοίμαζαν μία ακόμη
εξέγερση.
«Γκράνμα» και «Τσε».
Στο Μεξικό οι
Κάστρο γνώρισαν τον Αργεντίνο γιατρό Ερνέστο
Γκεβάρα (1928 – 1967), έναν ενθουσιώδη κομμουνιστή που θα γινόταν σύντομα
παγκόσμια γνωστός με το διάσημο προσωνύμιο «Τσε». Φανατικός πολέμιος του Αμερικανικού Καπιταλισμού, διαπίστωσε
ότι το όραμά του για μία ανατροπή στην Κούβα –αλλά και σε ολόκληρη τη Λατινική
Αμερική- είχε βρει μία πρώτη έκφανση. Έτσι ο Γκεβάρα προσχώρησε δίχως
επιφυλάξεις στο σχεδιαζόμενο κίνημα. Οι μόλις 82 Κουβανοί μαχητές που
στριμώχτηκαν πάνω στο μικρό πλοιάριο «Γκράνμα»
και απέπλευσαν με κατεύθυνση την πατρίδα τους στις 25 Νοεμβρίου του 1956 δεν γνώριζαν τι τους επιφύλασσε το μέλλον.
Και αυτή τη φορά η έκβαση ήταν μοιραία, αφού οι πράκτορες του Μπατίστα ήταν
ενήμεροι και η παρουσία τους, όταν αποβιβάστηκαν τελικά αλλά σε άλλο σημείο από
το αρχικώς ορισμένο, στις 2 Δεκεμβρίου, επισημάνθηκε αμέσως. Οι επαναστάτες
συντρίφτηκαν για δεύτερη φορά έχοντας πολλές απώλειες, με μόνο μία ομάδα περίπου
20 από αυτούς να καταφέρνει να σωθεί, βρίσκοντας καταφύγιο στην ορεινή περιοχή
της Σιέρρα Μαέστρα, όπου και
εγκατέστησαν το αρχηγείο τους. Ο Φιντέλ, ο Ραούλ, ο Τσε και ο Καμίλο Σινφουέγκος (1932 - 1959), μία
εξίσου εμβληματική μορφή, βρίσκονταν μεταξύ των διασωθέντων. Έχοντας πίστη στο
τεράστιο «εγώ» του, ο Κάστρο λέγεται ότι αναφώνησε με ενθουσιασμό: «Τώρα είναι που θα νικήσουμε σίγουρα»!
Με όλο και
περισσότερους ανθρώπους από διάφορες κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες να
δυσανασχετούν στα μεγάλα αστικά κέντρα και στην επαρχία, οι αντάρτες απέκτησαν
σύντομα τη λαϊκή στήριξη, που ενίσχυαν οι αρκετές στρατιωτικές τους επιτυχίες.
Ο στρατός της Κούβας, πέραν των ορκισμένων πιστών ανδρών του Μπατίστα, πολύ
γρήγορα εμφάνισε τη διάθεση να μην πολεμήσει εναντίον των επαναστατών, ενώ
αρκετοί στρατιώτες προσχωρούσαν στις τάξεις τους. Ο Κάστρο φρόντιζε με
διάφορους επικοινωνιακούς τρόπους να τραβήξει πάνω του τα βλέμματα του διεθνούς
Τύπου, σε μία προσπάθεια να εμφανιστεί ως η αναπόφευκτη διάδοχη κατάσταση στην
Κούβα, κάτι στο οποίο, πλέον και οι Αμερικανοί προσέβλεπαν. Στα πεδία των μαχών
το «άστρο» του ασθενικού (υπέφερε από άσθμα, παιδιόθεν) Γκεβάρα, «άστραφτε», με
τους άνδρες του να καταφέρνουν πολλαπλά χτυπήματα στις κυβερνητικές δυνάμεις. Το
Πανεπιστήμιο της Αβάνας έκλεισε προσωρινά, λόγω ταραχών, στις 30 Νοεμβρίου του
1956. Η οικονομική ζωή έδειχνε να παραπαίει, τη στιγμή που όλο και περισσότερες
περιοχές στην επαρχία ελέγχονταν από τους επαναστάτες. Στα τέλη του 1958, μόλις
δύο χρόνια από την έναρξη της εξέγερσης, φάνηκε καθαρά πως η ήττα του Μπατίστα
ήταν γεγονός. Πανικόβλητος ο δικτάτορας και το περιβάλλον του έσπευσαν να
εγκαταλείψουν το νησί, τη στιγμή που οι επαναστατικές δυνάμεις πλησίαζαν στην Αβάνα, όπου και εισήλθαν πανηγυρικά την
1η Ιανουαρίου του 1959.
Ήταν το ξεκίνημα μίας νέας εποχής, που όμως ουδείς γνώριζε εκ των προτέρων, πως
θα διαμορφωθεί...
Η επαναστατική κυβέρνηση και οι αντιδράσεις.
Ο Κάστρο αρχικά,
διαβεβαίωνε τους πάντες ότι το καθεστώς του δεν ήταν κομμουνιστικό, αλλά
σοσιαλιστικό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες τηρούσαν στάση αναμονής, προσβλέποντας στην
προώθηση των συμφερόντων τους, ενώ δήλωσαν ότι θα αναγνώριζαν ευχαρίστως τη νέα
κατάσταση, αρκεί οι Κουβανοί πολίτες να καλούνταν σύντομα στις κάλπεις. Ενώ αρκετά
πρόσωπα της νέας κυβέρνησης που επέβαλε ο Φιντέλ προέρχονταν από το μεσαίο, μάλλον
συντηρητικό χώρο, οι κομμουνιστές αντιδρούσαν. Παράλληλα, ξεκίνησαν μαζικές δίκες
όσων στελεχών της δικτατορίας είχαν συλληφθεί, με τις θανατικές ποινές να
εκτελούνται δημόσια. Γρήγορα ο Κάστρο έδειξε τις πραγματικές προθέσεις του
προχωρώντας σε σειρά μέτρων κοινωνικού χαρακτήρα, ενώ η απόφασή του να
καταργήσει τα Αμερικανικά προνόμια κρατικοποιώντας όλες τις εταιρείες και
επιχειρήσεις Αμερικανικών συμφερόντων, προκάλεσε αρχικά έκπληξη, αμηχανία και
εν-συνεχεία σφοδρές αντιδράσεις στην Αμερικανική Κυβέρνηση. Ο νέος Πρόεδρος των
Η.Π.Α. Τζον Φ. Κένεντι, ο οποίος
είχε διαδεχθεί τον Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, μετά από τις εισηγήσεις των συνεργατών
του προσανατολιζόταν στην άσκηση δυναμικής πολιτικής. Τη στιγμή που
διακυβεύονταν οι τύχες του Αμερικανικού παράγοντα στο απελευθερωμένο νησί, η
στάση των Η.Π.Α. όλο και σκλήραινε. Παράλληλα, εκατοντάδες αντίπαλοι του Κάστρο
που είχαν βρει καταφύγιο στο γειτονικό Μαϊάμι, οργάνωναν πυρήνες που θα
επεδίωκαν σύντομα την επιστροφή τους με την πρόθεση να ανατρέψουν την Κουβανική
κυβέρνηση. Η CIA ενίσχυσε
και χρηματοδότησε μυστικά αυτές τις κινήσεις, μάλλον με τις «ευλογίες» του
Πενταγώνου.
Η απόβαση στον «Κόλπο των Χοίρων» και η στροφή
προς Ανατολάς!
Η όλο και
ογκούμενη αντίδραση από το εξωτερικό, οδήγησε στη συγκρότηση μία ένοπλης
δύναμης Κουβανών εξορίστων, η οποία επιχείρησε να πάρει τα ηνία της χώρας
ύστερα από μία μάλλον επιπόλαια σχεδιασμένη απόβαση στο νησί, που
πραγματοποιήθηκε το τριήμερο 17 – 19 Απριλίου
του 1961. Η ομάδα υποτίθεται ότι θα είχε τη στήριξη Αμερικανικών αεροπλάνων
που θα έφεραν Κουβανικά σύμβολα, υπονοώντας ότι ο στρατός της Κούβας είχε
ξεσηκωθεί εναντίον του Κάστρο. Ωστόσο, οι αντικαθεστωτικοί συνάντησαν τη
σθεναρή αντίσταση των κυβερνητικών και οι Η.Π.Α. δεν τόλμησαν να τους καλύψουν,
με την όλη επιχείρηση να αποτυγχάνει πανηγυρικά. Εκατοντάδες πιάστηκαν
αιχμάλωτοι και οδηγήθηκαν σε δημόσια ανάκριση χωρίς ίχνος βασανισμού, ένα ακόμη
τέχνασμα του πανέξυπνου Φιντέλ. Ο τελευταίος, συνειδητοποιώντας τώρα πως η επιβίωση
του καθεστώτος του μέσα στο «στόμα» των Η.Π.Α. δεν θα ήταν δυνατή δίχως
εξωτερική ενίσχυση, δήλωσε απροκάλυπτα ότι η Κούβα ήταν Κομμουνιστική χώρα και
στράφηκε ολοφάνερα για βοήθεια προς τη Μόσχα, βρίσκοντας ένθερμη ανταπόκριση
από το Γενικό Γραμματέα του Σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος, Νικήτα Χρουστσόφ.
Πύραυλοι και απειλές!
Ο Κένεντι είχε
καταδείξει με εμφαντικό τρόπο τη συμπαράστασή του προς τους κατοίκους του
Δυτικού Βερολίνου με μία ιστορική ομιλία του εκεί, ενώ ζητούσε από την Ε.Σ.Σ.Δ.
να παρθούν μέτρα εκδημοκρατικοποίησης στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Οι
Αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις στην Ευρώπη (σε Βρετανία, Ιταλία κλπ)
πλήθαιναν και ενισχύονταν με όλο και πιο σύγχρονα οπλικά συστήματα, ενώ στη
γειτονική μας Τουρκία (μία από τους πλέον πιστούς συμμάχους της) είχαν
εγκατασταθεί πύραυλοι μεγάλης εμβέλειας. Το γεγονός πως η Κούβα απελπισμένα
ζητούσε τώρα τη βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης, δεν άργησε να οδηγήσει το Σοβιετικό
ηγέτη σε μία κίνηση πολλαπλού οφέλους. Μετά από επαφές με την Κουβανική κυβέρνηση
οι Σοβιετικοί αποφάσισαν να ανταποκριθούν στην έκκλειση των Κουβανών για
προστασία, με την μυστική μεταφορά στο νησί αρκετών πυρηνικών κεφαλών, όπως και
του απαραίτητου εξοπλισμού για την εγκατάστασή τους. Με τον τρόπο αυτό και προς
τους Κουβανούς φαινόταν αλληλέγγυος, αλλά και εξασφάλιζε μία απάντηση, σε
πιθανό χτύπημα των Η.Π.Α. στα εδάφη της Ε.Σ.Σ.Δ. Στα μέσα του Οκτωβρίου του
1962 οι πύραυλοι είχαν τοποθετηθεί στα απαραίτητα σημεία εκτόξευσης,
στοχεύοντας τις Αμερικανικές μεγαλουπόλεις της Ανατολικής Ακτής! Ωστόσο, στις
14 Οκτωβρίου οι εγκαταστάσεις έγιναν αντιληπτές και φωτογραφήθηκαν από έναν
παρατηρητικό Αμερικανό κυβερνήτη ενός αεροσκάφους U2.
Η κρίση και το αίσιο τέλος της.
Για τις επόμενες
δύο εβδομάδες, η τύχη του πλανήτη Γη εξαρτιόταν από την ψυχραιμία των δύο
αντιπάλων ηγετών. Ο Κένεντι, διαθέτοντας το «πάνω χέρι» αφού είχε ενημερωθεί
για όλες τις λεπτομέρειες χωρίς οι Σοβιετικοί να το γνωρίζουν, απείλησε με
σκληρά αντίποινα την Κούβα επιβάλοντας ναυτικό αποκλεισμό, ενώ κατέστησε σαφές
πως οι Η.Π.Α. δεν θα ανέχονταν την παρουσία μίας τέτοιας απειλής μέσα στον «ζωτικό»
τους χώρο. Και ενώ αιωρούνταν για μέρες ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα, ο Κάστρο
προσέβλεπε στη λήξη της κρίσης έχοντας σαν στόχο να κερδίσει κάτι σημαντικό από
αυτήν, χωρίς να «κατεβάσει τα όπλα». Αντιθέτως, οι δύο ηγέτες τον εξαίρεσαν από
τις μεταξύ τους επαφές και δέχτηκαν τη μεσολάβηση του Γ. Γραμματέα του Ο.Η.Ε. Σίθου Υ Θαντ, ο οποίος τους πρότεινε έναν έντιμο συμβιβασμό. Τελικά,
δίχως η Κούβα να ερωτηθεί καν, συμφωνήθηκε η αποχώρηση των πυραύλων από τα
εδάφη της, με αντάλλαγμα το «ξήλωμα» των αντίστοιχων Αμερικανικών εγκαταστάσεων
στην Τουρκία. Επιπλέον, ο Κένεντι δεσμεύθηκε ανεπίσημα να μην επιχειρηθεί ή
υποστηριχθεί από τις Η.Π.Α. άλλη εισβολή στη νήσο, εγγυόμενος έτσι τη διατήρηση
της κυβέρνησης Κάστρο στην εξουσία.
Αποτίμηση.
Στην Αβάνα
δέχθηκαν αυτή την κατάληξη με μεγάλο σκεπτικισμό, που για ορισμένους έφτανε στα
όρια της αγανάκτησης. Για την ανθρωπότητα, ωστόσο, είχε επιτευχθεί η μόνη
δυνατή λύση, αφού κάθε άλλη έκβαση θα είχε συνέπειες που δεν είναι δυνατόν να
προβλεφθούν. Ήταν ένας διπλωματικός άθλος, που ευτυχώς εμπόδισε ένα
γενικευμένο, παγκόσμιο αιματοκύλισμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου