Το βιβλίο για την ιστορία της πόλης μας, που εξέδωσε το 2002 ο δήμος Αιγάλεω (Επιμέλεια: Ευγενία Μπουρνόβα) |
Στα 1946, που ξεκινά η εξιστόρησή μας, η κατάσταση στην Ελλάδα κάθε άλλο παρά ομαλή θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί. Η χώρα είχε μόλις εξέλθει από τα δεινά της πολεμικής περιπέτειας (1940-41), της τριπλής κατοχής (1941-44) και του Δεκεμβριανού κινήματος, ενώ ακολούθησαν η υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας (Φεβρουάριος 1945) και η περίοδος της εμφαντικά καλούμενης «λευκής τρομοκρατίας» (Άνοιξη 1945-Καλοκαίρι 1946).
Η πόλη μας, το «Μπαρουτάδικο», μόλις τότε αποκτούσε την οριστική του διαμόρφωση, τόσον όσο αφορούσε στην έκτασή του, όσο και στην πληθυσμιακή του σύνθεση.
Οι κάτοικοί του, στην συντριπτική πλειοψηφία τους άνθρωποι του μόχθου και της βιοπάλης, διέθεταν έναν παραπάνω λόγο να επιζητούν την ειρήνη και την προκοπή, αφού μόλις δυο χρόνια νωρίτερα (29 Σεπτεμβρίου του 1944) κατέβαλλαν βαρύτατο φόρο αίματος, ως αντίτιμο για το αντιφασιστικό τους φρόνημα. Εξηνταπέντε αθώοι συμπολίτες τους είχαν δολοφονηθεί άνανδρα από τις δυνάμεις της Βέρμαχτ, δυο μόλις βδομάδες πριν την εκκένωση της Ελληνικής πρωτεύουσας από τα γερμανικά στρατεύματα.
Βαθιά ριζωμένη στο θυμικό των παλαιότερων ακόμη και σήμερα, εκείνη η θηριωδία περιγράφεται με κάθε λεπτομέρεια στο βιβλίο «Χρέος Τιμής» του αντιστασιακού, ιατρού και τ. δημοτικού συμβούλου Αιγάλεω κ. Νίκου Μιχιώτη. Και μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός πως η περιοχή μας πρωτοστατούσε στον Αγώνα εναντίον των ναζί κατακτητών, συγκροτώντας αντιστασιακούς πυρήνες και εκλέγοντας «δια βοής» τον Αύγουστο του 1944 σε ανοικτή λαϊκή συγκέντρωση στην Πλατεία Εσταυρωμένου τον αριστερό δήμαρχο Γιάννη Μπατζακίδη.
Το 1946 λοιπόν, η περιοχή μας γνώριζε μια άνευ προηγουμένου πληθυσμιακή αύξηση, καθώς υποδεχόταν χιλιάδες εσωτερικούς μετανάστες. Από αυτούς, άλλοι αναζητούσαν δουλειά στις ήδη υπάρχουσες ή τότε αναπτυσσόμενες βιομηχανικές μονάδες (Πυριτιδοποιείο Μποδοσάκη, Καμίνια, «Μεταξά», «ΕΤΜΑ», «Πεταλούδα» Μουζάκη, «ΒΙΒΕΧΡΩΜ», «ΣΙΓΑΡΑΣ» κ.α.) και άλλοι (διωκόμενοι αριστερών πεποιθήσεων) απλά επεδίωκαν να γλιτώσουν από τις δεξιές παρακρατικές συμμορίες που λυμαίνονταν την ύπαιθρο, καταφεύγοντας στην ασφαλή ανωνυμία της πόλης.
Για να εκτιμηθούν όμως ορθότερα οι επικρατούσες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, καλό είναι να επιστρέψουμε στις απαρχές του βίου του τόπου μας, εδώ που κάποτε ένας μεγάλος βασιλιάς έστησε το χρυσοποίκιλτο θρόνο του, μόνο και μόνο για να παρακολουθήσει κατάπληκτος την απρόσμενη πανωλεθρία του «αήττητου» στόλου του στον κόλπο της Σαλαμίνας.
Έως και τα τέλη του 1923, στο Αιγάλεω ζούσαν ολιγάριθμοι εργάτες γης (απασχολούμενοι κυρίως στα κτήματα των τσιφλικάδων του Βοτανικού), τεχνίτες καμινιών και εργοστασίων, οι οποίοι έμεναν στη θέση Αγία Τριάδα («Τρίμμη»). Μετά το 1923 και ύστερα από την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών που υπέγραψε η Ελληνική κυβέρνηση με την Τουρκία (στο περιθώριο της Συνθήκης της Λωζάνης), άρχισαν να συρρέουν και εδώ τα «καραβάνια» των ξεριζωμένων της Μικρασίας. Ήρθαν λοιπόν παντελώς κατησχυμένοι και εγκαταστάθηκαν πλήθη προσφύγων από τη Σμύρνη, το Αϊβαλί, τη Μάκρη, τα Βουρλά, την Αττάλεια δημιουργώντας τον οικισμό των «Νέων Κυδωνιών» όπως χαρακτηριστικά ονομάσθηκε.
Έτσι, από τους μόλις 147 κατοίκους που αναφέρονται στην Απογραφή του 1920, το 1928 στην περιοχή καταγράφονται πλέον 2.150 άτομα. Μέχρι και το 1933 το (μετέπειτα ονομασθέν) Αιγάλεω, τότε «Πυριτιδοποιείο», αποτελούσε τμήμα του ευρύτερου δήμου Αθηναίων. Στις 18 Ιανουαρίου του 1934 εκδόθηκε το υπ’ αριθμόν Α’-22 Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης, στο οποίο δημοσιεύθηκε η απόφαση για την ίδρυση Κοινότητας (με πρώτο της πρόεδρο το μικρασιάτη Αθανάσιο Παπαδόπουλο) που περιελάμβανε στη σύνθεσή της δέκα οικισμούς (Πυριτιδοποιείον, Νέες Κυδωνίες, «Σωτηράκη», κτήμα Αλεξάνδρου Λιούμη, Χαϊδάρι, Δαφνί, Νέα Φώκαια, Σκαραμαγκάς, Αγία Βαρβάρα και Αγία Ελεούσα).
Ενάμισι χρόνο αργότερα (με το Φ.Ε.Κ. Α’ -179/2-5-1935) το Χαϊδάρι ανακηρύχθηκε με τη σειρά του ξεχωριστή Κοινότητα, αποσπώντας και τις περιοχές του Δαφνίου, του Σκαραμαγκά και της Νέας Φώκαιας. Το 1938 ωστόσο, στο Αιγάλεω έρχονται να προστεθούν ομογενείς χριστιανοί από τη Συρία της Μέσης Ανατολής, οι λεγόμενοι «Ασσύριοι».
Στην Απογραφή του 1940, λίγο πριν ξεσπάσει ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος, η περιοχή μας εμφανίζεται να έχει 17.686 κατοίκους, δηλαδή ο πληθυσμός της να έχει οκταπλασιαστεί (!) σε σχέση με τα προηγούμενα στοιχεία (του 1928).
Επί κατοχής και συγκεκριμένα στις 19 Δεκεμβρίου του 1941 (Φ.Ε.Κ. 22/43) το Αιγάλεω μετατρέπεται πλέον από Κοινότητα σε Δήμο, ενώ οκτώ χρόνια μετά (Φ.Ε.Κ. Α’-184/49) «χάνει» και την Αγία Βαρβάρα (μαζί με την Αγία Ελεούσα) που αποσπάται και αυτή, προκειμένου να αποτελέσει αυτόνομη Κοινότητα. Παρά την απώλεια αυτή, αλλά και την «αφαίμαξη» από τις κακουχίες της κατοχής και του Εμφυλίου (1946-49), το Αιγάλεω φθάνει τους 29.464 κατοίκους (Απογραφή του 1951), μια αύξηση υπέρτερη του 60%, αν συγκριθεί με το αντίστοιχο νούμερο του 1940.
Η κοινωνική διαστρωμάτωση της περιοχής μας, χαρακτηριστική μιας εργατούπολης η οποία δέχθηκε έντονη προσφυγική πρόσμιξη, οδήγησε στη διαμόρφωση συγκεκριμένης «φυσιογνωμίας» των κατοίκων της. Οι περισσότεροι εμφορούνταν από φιλελεύθερες απόψεις, με κυρίαρχο το στοιχείο της «λαϊκής» κουλτούρας, αλλά και της «ιερής» τους καταγωγής (πρώην μικρασιάτες). Για το λόγο αυτό, το Αντιστασιακό κίνημα βρήκε εδώ πρόσφορο έδαφος και «άνθισε», βασισμένο στη νοοτροπία των αιγαλεωτών, που η παραδοσιακή τους λεβεντιά και το ακατάβλητο πνεύμα δεν τους επέτρεπε να ανεχθούν ξένους δυνάστες πάνω από το κεφάλι τους. Η ίδια εκείνη αιγαλιώτικη «μαγκιά» εκφράσθηκε έντονα μέσα από τα τραγούδια πολλών καλλιτεχνών της ρεμπέτικης μουσικής που έζησαν και δημιούργησαν εδώ (με προεξάρχοντα το Γιώργο Ζαμπέτα αλλά και το Σπύρο Ζαγοραίο) και ήταν το «σήμα-κατατεθέν» της πόλης ανά το πανελλήνιο.
Το πείσμα, η «μπέσα» και ο πατροπαράδοτος «τσαμπουκάς» ήταν βασικά στοιχεία της προσωπικότητας του παλαιού αιγαλιώτη. Ο οποίος γλένταγε με την ψυχή του στα πολλά κέντρα της εποχής, χόρευε στους ρυθμούς του μπουζουκιού, ξεφάντωνε στις ταβέρνες του «ΠΑΡΜΑΞΗ» και άλλων και αισθανόταν υπερηφάνεια για την ποδοσφαιρική ομάδα της γειτονιάς του: Το θρυλικό «Αιγάλεω Σίτι»!
(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
Η μουσική που συνέθεσε ο τεράστιος Γ.Ζαμπέτας σε ορισμένα τραγούδια είναι εφάμιλλη με των αξεπέραστων μουσικών της Ελλάδας του Μάνου Χατζηδάκη και του Μίκη Θεοδωράκη.Επιπρόσθετα ως γνήσιος Αιγαλιώτης βοήθησε πολύ κόσμο που είχε ανάγκη, χωρίς δημοσιότητα και επιδείξεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο πείσμα, η μπέσα και ο τσαμπουκάς όπως αναφέρεις στο εξαίρετο άρθρο σου ήταν το σήμα κατατεθέν του αιγαλιώτη.Έβγαινε πηγαίο μέσα από την ψυχή του έχοντας βιώσει την φτώχεια, την καταπίεση και την προσφυγιά,όλα αυτά τείνουν να εκλείψουν, σημάδια των καιρών.O tempora o mores!
ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΔΟΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΛΕΩ ΜΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΓΙΑΝΝΗ ΜΠΑΤΖΑΚΙΔΗ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι δεν υπάρχει τίποτα σχετικό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπάρχει η οδός Κατσαπλιάδων, τους καλύπτει όλους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστούμε για το καλοπροαίρετο σχόλιό σας που θίγει ένα ευαίσθητο θέμα. Πράγματι, η απουσία και άλλων ονομάτων οδών, όπως οδός Χιτών, Ταγματασφαλιτών, Μπουραντάδων ή Γερμανοτσολιάδων είναι εμφανής. Μήπως να απευθυνθείτε στο Δημοτικό Συμβούλιο, ώστε να αποκατασταθεί έστω και τώρα αυτή η ιστορική αδικία;
ΑπάντησηΔιαγραφή